Δυνατότητα εκδόσεως διαταγής πληρωμής ενώπιον τακτικών διοικητικών δικαστηρίων σύμφωνα με διατάξεις Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας (ΚΔΔ)
ΚΑΛΟΝΟΜΟΣ & ΣΥΝΕΡΓΑΤΕΣ – ΔΙΚΗΓΟΡΟΙ ΔΗΜΟΣΙΟΥ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ
Εισαγωγικές παρατηρήσεις
Διαχρονικά προβληματισμός αναφορικά με τη δυνατότητα εκδόσεως διαταγής πληρωμής εις βάρος του Δημοσίου, ν.π.δ.δ. και Ο.Τ.Α. Ύπαρξη πλήθους αντίθετων αποφάσεων αμφοτέρων των δικαιοδοσιών
Το σχετικό ζήτημα αναφύεται πρωτίστως στις περιπτώσεις όπου η υποκείμενη αιτία για την έκδοση διαταγής πληρωμής είναι δημοσίου δικαίου
Αρχικά είχε κριθεί ότι και στις περιπτώσεις αυτές είναι δυνατή η έκδοση διαταγής πληρωμής (ΑΠ 2347/2009 και πλήθος άλλων αποφάσεων που επακολούθησαν)
Επακολούθησε πλήρης και έγγιστα απαρέγκλιτη μεταστροφή της νομολογίας (ιδίως μετά την έκδοση των υπ. αριθμ. 1264-1265/2011 αποφάσεων ΑΠ), καθότι εκρίθη ότι σε υποθέσεις δημοσίου δικαίου δεν τυγχάνει εγγενώς δυνατή η έκδοση διαταγή πληρωμής κατά τον ΚΠολΔ
Η διαφορά πάντως από την ανακοπή κατά διαταγής πληρωμής υπάγεται άνευ ετέρου στα πολιτικά δικαστήρια (ΑΕΔ 18/2005, ΣτΕΟλ 2490/2006, ΔΠΑ 2037/2018)
Εσχάτως εκδόθηκαν εκ νέου μεμονωμένες αντίθετες αποφάσεις του ΑΠ (1330/2017, 751/2017, 431-432/2015) αλλά και άλλων δικαστηρίων (ΕφΑ 461/2016, ΜΠΘηβ 380/2017, ΜΠΛαμ 46/2016), όπου μνημονεύουν (παρενθετικά κυρίως) ότι είναι δυνατή η έκδοση διαταγής πληρωμής ακόμη και εάν η υποκείμενη αιτία είναι δημοσίου δικαίου.
Βέβαια στην ισχύουσα μορφή του το αρ. 623 ΚΠολΔ μνημονεύει ότι κατά τις διατάξεις των άρθρων 624 έως 636 μπορεί να ζητηθεί η έκδοση διαταγής πληρωμής για χρηματικές απαιτήσεις ή απαιτήσεις παροχής χρεογράφων, εφόσον πρόκειται για ιδιωτικού δικαίου διαφορά και η απαίτηση, καθώς και το οφειλόμενο ποσό αποδεικνύονται με δημόσιο ή ιδιωτικό έγγραφο, ή με απόφαση ασφαλιστικών μέτρων, η οποία εκδόθηκε μετά από ομολογία ή αποδοχή της αίτησης του οφειλέτη
Πλέον σίγουρα εφικτή η δυνατότητα εκδόσεως διαταγής πληρωμής από τδδ σύμφωνα με τα οριζόμενα στα άρθρα 272Α επ. ΚΔΔικ υπό ορισμένες προϋποθέσεις στο πλαίσιο συγκεκριμένης εμπορικής συναλλαγής, κατά την έννοια της υποπαραγράφου Ζ. 3 της παραγράφου Ζ΄ του άρθρου πρώτου του ν. 4152/2013 (Α΄107).
Εμπορική συναλλαγή κατά τα ειδικότερα ως άνω οριζόμενα λογίζεται κάθε συναλλαγή μεταξύ επιχειρήσεων ή μεταξύ επιχειρήσεων και δημόσιων αρχών, η οποία συνεπάγεται την παράδοση αγαθών ή την παροχή υπηρεσιών έναντι αμοιβής.
Α1. Προϋποθέσεις για την έκδοση διαταγής πληρωμής
Η έκδοση διαταγής πληρωμής για χρηματικές αξιώσεις μη αμφισβητούμενες κατά την έννοια του άρθρου 3 παρ. 1 του Κανονισμού (ΕΚ) 805/2004 (EE L 143) μπορεί να ζητηθεί εφόσον:
α) πηγάζουν από διοικητική σύμβαση που έχει συναφθεί στο πλαίσιο εμπορικής συναλλαγής, κατά την έννοια της υποπαραγράφου Ζ.3 της παραγράφου Ζ΄ του άρθρου πρώτου του ν. 4152/2013 (Α΄107) και
β) έχει ολοκληρωθεί ο προληπτικός έλεγχος της σχετικής δαπάνης και έχει αποβεί θετικός για την πληρωμή της (άρθρο 272 Α ΚΔΔικ, ΔΕφΘεσ. 417/2017)
Εξάλλου, στο άρθρο 3 (παρ. 1) του Κανονισμού (ΕΚ)805/2004 με τίτλο «Τίτλοι εκτέλεσης οι οποίοι πιστοποιούνται ως ευρωπαϊκός εκτελεστός τίτλος» ορίζεται ότι: «1. Ο παρών κανονισμός εφαρμόζεται σε αποφάσεις, δικαστικούς συμβιβασμούς και δημόσια έγγραφα επί μη αμφισβητούμενων αξιώσεων. Αξίωση θεωρείται «μη αμφισβητούμενη», εάν: α) την έχει αναγνωρίσει ρητά ο οφειλέτης, μέσω αποδοχής της αξίωσης ή μέσω συμβιβασμού που επικυρώθηκε από δικαστήριο ή καταρτίσθηκε ενώπιον δικαστηρίου κατά τη διάρκεια διαδικασίας, ή β) ο οφειλέτης ουδέποτε αντιτάχθηκε προς αυτήν σύμφωνα με τις σχετικές δικονομικές απαιτήσεις του δικαίου του κράτους μέλους προέλευσης κατά τη διάρκεια διαδικασίας ενώπιον Δικαστηρίου, ή γ) ο οφειλέτης δεν παρέστη ή δεν εκπροσωπήθηκε στη σχετική με την εν λόγω αξίωση ακροαματική διαδικασία αφού είχε αντιταχθεί αρχικά στην αξίωση κατά τπ διάρκεια διαδικασίας ενώπιον δικαστηρίου, εφόσον π συμπεριφορά αυτή ισοδυναμεί με σιωπηρή αποδοχή της αξίωσης ή των πραγματικών περιστατικών τα οποία επικαλέσθηκε ο πιστωτής σύμφωνα με το δίκαιο του κράτους μέλους προέλευσης, ή δ) την έχει αναγνωρίσει ρητά ο οφειλέτης σε δημόσιο έγγραφο». Ενόψει της ρυθμίσεως αυτής συχνά απαιτείται προηγούμενη αποδοχή (ή μη αμφισβήτηση έστω) της οφειλής άλλως η σχετική αίτηση απορρίπτεται (ΔΕφΑ 117/2017)
Α2. Καθ’ ύλην και κατά τόπο αρμοδιότητα
Αρμόδιος να εκδώσει διαταγή πληρωμής είναι ο δικαστής του Μονομελούς Διοικητικού Εφετείου της έδρας του αντισυμβαλλόμενου φορέα, κατά του οποίου ζητείται η έκδοσή της και προκειμένου για το Δημόσιο, της έδρας της υπηρεσίας που συμβλήθηκε για λογαριασμό του (εφεξής «αντισυμβαλλόμενος») (άρθρο 272 Β ΚΔΔικ)
Α3. Αίτηση, κοινοποίηση και αποδεικτικά έγγραφα
Η διαταγή πληρωμής εκδίδεται ύστερα από αίτηση του δικαιούχου της αξίωσης (ΔΕΦΠατρ 56/2018), που υπογράφεται κατά τις διατάξεις του άρθρου 27 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας και κατατίθεται στη γραμματεία του αρμόδιου Δικαστηρίου.
Η κατάθεση της αίτησης μπορεί να γίνει και στη γραμματεία οποιουδήποτε από τα διοικητικά πρωτοδικεία που υπάγονται στην περιφέρεια του αρμόδιου διοικητικού εφετείου.
Στην τελευταία αυτήν περίπτωση, η γραμματεία του πρωτοδικείου, στο οποίο κατατέθηκε η αίτηση, τη διαβιβάζει, μέσα σε προθεσμία οκτώ (8) ημερών από την κατάθεση, στη γραμματεία του αρμόδιου εφετείου.
Για την κατάθεση συντάσσεται πράξη πάνω στην κατατιθέμενη αίτηση, η οποία διαλαμβάνει τη χρονολογία της κατάθεσης, το ονοματεπώνυμο του υπαλλήλου που την παρέλαβε και του προσώπου που την κατέθεσε, καθώς και τον αριθμό της καταχώρισης της αίτησης στο οικείο βιβλίο ή στο ειδικό πρωτόκολλο κατάθεσης, κατά περίπτωση, υπογράφεται δε από τον υπάλληλο που την παραλαμβάνει και από τον καταθέτη. (άρθρο 272 Γ παρ. 1 ΚΔΔκ)
Η αίτηση πρέπει να περιέχει:
α) τα στοιχεία της παρ. 1 του άρθρου 45, μεταξύ των οποίων και τον αριθμό φορολογικού μητρώου του αιτούντος,
β) τα πλήρη στοιχεία εκείνου, κατά του οποίου ζητείται η έκδοση διαταγής πληρωμής,
γ) αίτημα για την έκδοση διαταγής πληρωμής και
δ) την αιτία πληρωμής και το ακριβές ποσό, κατά κεφάλαιο και τόκους. (άρθρο 272 Γ παρ. 2 ΚΔΔκ)
Στην αίτηση πρέπει να αναφέρονται και να επισυνάπτονται όλα τα έγγραφα από τα οποία προκύπτει η αξίωση και το ύψος της. (άρθρο 272 Γ παρ. 3 ΚΔΔκ)
Η αίτηση συνοδεύεται από το ανάλογο τέλος δικαστικού ενσήμου, το οποίο κατατίθεται, με ποινή το απαράδεκτο, έως και την τριακοστή (30ή) ημέρα από την κοινοποίηση της αίτησης στον αντισυμβαλλόμενο. (άρθρο 272 Γ παρ. 4 ΚΔΔκ). Εάν ο αιτών παραιτηθεί η σχετική δίκη καταργείται και διατάσσεται η επιστροφή του ενσήμου (ΔΕφΠατρ 56/2018)
Αντίγραφο της αίτησης κοινοποιείται στον αντισυμβαλλόμενο, μέσα σε οκτώ (8) ημέρες από την κατάθεσή της, με επιμέλεια του αιτούντος, ο οποίος υποχρεούται επιπλέον να προσκομίσει αμελλητί στη γραμματεία του Δικαστηρίου τα σχετικά αποδεικτικά επίδοσης.
Ο αντισυμβαλλόμενος οφείλει να προσκομίσει στη γραμματεία του Δικαστηρίου, εντός τριάντα (30) ημερών από την κοινοποίηση της αίτησης, βεβαίωση της υπηρεσίας, που είναι αρμόδια για την εκκαθάριση και την έκδοση της εντολής πληρωμής, ως προς την ολοκλήρωση ή μη και το αποτέλεσμα του προληπτικού ελέγχου όπου αυτός προβλέπεται.
Αν παρέλθει άπρακτη η προθεσμία του προηγούμενου εδαφίου ή αν, εντός της ως άνω προθεσμίας, αναφέρεται ότι ο προληπτικός έλεγχος συνεχίζεται, τότε τεκμαίρεται ότι αυτός έχει αποβεί θετικός (ΔΕφΘεσ. 417/2017).
Σε περίπτωση εφαρμογής του τεκμηρίου του προηγουμένου εδαφίου, η συνδρομή της συγκεκριμένης προϋπόθεσης μπορεί να αμφισβητηθεί μόνο με την ανακοπή του άρθρου 272Η. (άρθρο 272 Γ παρ. 5 ΚΔΔικ)
Α4. Έκδοση διαταγής πληρωμής
Για την έκδοση της διαταγής πληρωμής δεν γίνεται συζήτηση στο ακροατήριο. (άρθρο 272 Δ παρ. 1 ΚΔΔικ)
Ο δικαστής εκδίδει το ταχύτερο, και πάντως μέσα σε εξήντα (60) ημέρες από την κατάθεση της κατά την παράγραφο 5 του προηγούμενου άρθρου βεβαίωσης ή από την άπρακτη παρέλευση της οριζόμενης από την ίδια παράγραφο προθεσμίας, τη διαταγή πληρωμής, κατά το μέρος που πληρούνται οι προϋποθέσεις για την έκδοσή της και διατάσσει τον καθ’ ου να πληρώσει το οφειλόμενο ποσό και τα δικαστικά έξοδα. (άρθρο 272 Δ παρ. 2 ΚΔΔικ)
Ο δικαστής απορρίπτει την αίτηση εάν δεν συντρέχουν οι νόμιμες προϋποθέσεις για την έκδοσή της.
Η απόρριψη της αίτησης σημειώνεται πάνω στην αίτηση με σύντομη αναφορά του λόγου απόρριψης. (άρθρο 272 Δ παρ. 3 ΚΔΔικ)
Σε περίπτωση συνολικής ή μερικής απόρριψης της αίτησης δεν αποκλείεται η άσκηση αγωγής ή προσφυγής ή η υποβολή νέας αίτησης. (άρθρο 272 Δ παρ. 4 ΚΔΔικ)
Α5. Περιεχόμενο της διαταγής πληρωμής
Η διαταγή πληρωμής καταρτίζεται εγγράφως και πρέπει να περιέχει:
α) το ονοματεπώνυμο του δικαστή που την εκδίδει,
β) το ονοματεπώνυμο, το πατρώνυμο, τη διεύθυνση κατοικίας, καθώς και τον αριθμό φορολογικού μητρώου εκείνου που ζήτησε την έκδοσή της και, εάν πρόκειται για νομικό πρόσωπο, την επωνυμία, τη διεύθυνση της έδρας και τον αριθμό φορολογικού μητρώου,
γ) τα πλήρη στοιχεία του καθ’ ου,
δ) την αιτία της πληρωμής,
ε) το ποσό που πρέπει να καταβληθεί,
στ) διαταγή πληρωμής,
ζ) υπόμνηση προς τον καθ’ ου ότι έχει το δικαίωμα να ασκήσει ανακοπή μέσα στην προθεσμία που ορίζεται στο άρθρο 272Η και
η) υπογραφή του δικαστή. (άρθρο 272 Ε παρ. 1 ΚΔΔικ)
Υπόδειγμα διαταγής πληρωμής με το ως άνω περιεχόμενο μπορεί να καθορίζεται από τον Γενικό Επίτροπο της Επικρατείας των Τακτικών Διοικητικών Δικαστηρίων και να αναρτάται σε πίνακα ανακοινώσεων ή στην ιστοσελίδα των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων. (άρθρο 272 Ε παρ. 2 ΚΔΔικ)
Α6. Επίδοση της διαταγής πληρωμής
Η διαταγή πληρωμής επιδίδεται στον καθ’ ου, μέσα σε προθεσμία τριάντα (30) ημερών από την έκδοσή της, με επιμέλεια του αιτούντος.
Όταν αντισυμβαλλόμενος φορέας είναι το Δημόσιο, η διαταγή πληρωμής επιδίδεται και στον Υπουργό Οικονομικών, μέσα στην ίδια προθεσμία.
Αν η επίδοση δεν γίνει μέσα στην παραπάνω προθεσμία, η διαταγή πληρωμής παύει αυτοδικαίως να ισχύει.
Αντίγραφο της σχετικής έκθεσης επίδοσης κατατίθεται, μέσα στην ίδια προθεσμία, στη γραμματεία του Δικαστηρίου, ο δικαστής του οποίου εξέδωσε τη διαταγή πληρωμής.
Ο αρμόδιος γραμματέας υποχρεούται να καταχωρίσει την ημεροχρονολογία της επίδοσης της διαταγής πληρωμής στο οικείο βιβλίο δημοσιεύσεων (άρθρο 272 ΣΤ ΚΔΔικ)
Α7. Εκτελεστότητα διαταγής πληρωμής
Η διαταγή πληρωμής αποτελεί εκτελεστό τίτλο. Η διαταγή πληρωμής δεν εκτελείται κατά του αντισυμβαλλόμενου πριν την άπρακτη παρέλευση της κατά το επόμενο άρθρο προθεσμίας άσκησης της ανακοπής (άρθρο 272 Ζ ΚΔΔικ)
Α8. Ανακοπή κατά της διαταγής πληρωμής
Εκείνος κατά του οποίου εκδίδεται η διαταγή πληρωμής έχει το δικαίωμα, μέσα σε προθεσμία τριάντα (30) ημερών από την επίδοσή της, να ασκήσει ανακοπή ενώπιον του Δικαστηρίου (ΔΕφΠατρ 386/2018), που είναι αρμόδιο κατά τις γενικές διατάξεις για την αξίωση, η οποία αποτελεί τη νόμιμη αιτία έκδοσης της διαταγής πληρωμής.
Αντίγραφα των εγγράφων, τα οποία αποδεικνύουν την αξίωση, παραμένουν στη γραμματεία του Δικαστηρίου, ο δικαστής του οποίου εξέδωσε τη διαταγή πληρωμής έως την πάροδο της προθεσμίας για την άσκηση ανακοπής ή έως την άσκηση αυτής, κατά την παρούσα παράγραφο. (άρθρο 272 Η παρ. 1 ΚΔΔικ)
Η ανακοπή ασκείται με δικόγραφο, το οποίο, μαζί με τρία (3) αντίγραφα, κατατίθεται στη γραμματεία της κύριας έδρας του Δικαστηρίου, στο οποίο απευθύνεται.
Το δικόγραφο της ανακοπής, εκτός από τα στοιχεία που προβλέπουν οι διατάξεις του άρθρου 45, πρέπει απαραιτήτως να περιέχει σαφείς και συγκεκριμένους λόγους, καθώς και συγκεκριμένο αίτημα. (άρθρο 272 Η παρ. 2 ΚΔΔικ)
Η ανακοπή προσδιορίζεται να συζητηθεί σε δικάσιμο που δεν απέχει περισσότερο από (6) μήνες από την κατάθεσή της.
Ως προς την προδικασία, που πρέπει να τηρηθεί, εφαρμόζονται αναλόγως οι διατάξεις των άρθρων 126 έως και 128 και 130 έως και 131.
Ως προς την κύρια διαδικασία εφαρμόζονται αναλόγως οι διατάξεις των άρθρων 132 έως και 143. (άρθρο 272 Η παρ. 3 ΚΔΔικ)
Όποιος έχει σχετικό έννομο συμφέρον μπορεί να ασκήσει κύρια ή πρόσθετη παρέμβαση στην επί της ανακοπής δίκη. Για την άσκηση της παρέμβασης εφαρμόζονται αναλόγως οι διατάξεις των άρθρων 112 έως και 114 του Κώδικα αυτού. (άρθρο 272 Η παρ. 4 ΚΔΔικ)
Το δικαστήριο ελέγχει την προσβαλλόμενη διαταγή πληρωμής κατά το νόμο και την ουσία στα όρια της ανακοπής, τα οποία προσδιορίζονται από τους λόγους και το αίτημά της.
Κατ’ εξαίρεση, ο κατά το νόμο έλεγχος της προσβαλλόμενης διαταγής πληρωμής χωρεί και αυτεπαγγέλτως, εκτεινόμενος στο σύνολό της, προκειμένου να διακριβωθεί:
α) αν η διαταγή εκδόθηκε αναρμοδίως, β) αν υπάρχει παράβαση δεδικασμένου ή γ) αν η αξίωση, για την ικανοποίηση της οποίας εκδόθηκε η διαταγή πληρωμής, έχει παραγραφεί.
Ισχυρισμοί που αφορούν, την καθ’ οιονδήποτε τρόπο απόσβεση ή το χαρακτήρα ως μη αμφισβητούμενης της αξίωσης, για την ικανοποίηση της οποίας εκδόθηκε η διαταγή πληρωμής, μπορούν να προβάλλονται με την ανακοπή και πρέπει να αποδεικνύονται αμέσως. (άρθρο 272 Η παρ. 5 ΚΔΔικ)
Η άσκηση της ανακοπής δεν αναστέλλει την εκτέλεση της διαταγής πληρωμής.
Το δικαστήριο, όμως, ενώπιον του οποίου εκκρεμεί η ανακοπή, μπορεί, κατά τη διαδικασία των άρθρων 206 επ. να χορηγήσει αναστολή έως την έκδοση οριστικής απόφασης επί της ανακοπής, για τους λόγους που ορίζονται στο άρθρο 208 του Κώδικα αυτού. (άρθρο 272 Η παρ. 6 ΚΔΔικ)
Η επίδοση της ανακοπής και της αίτησης αναστολής μπορεί να γίνει είτε στον δικηγόρο που υπέγραψε την αίτηση για την έκδοση της διαταγής πληρωμής είτε σε εκείνον κατά του οποίου στρέφεται, στη διεύθυνση που αναφέρεται στη διαταγή πληρωμής, εκτός αν γνωστοποιήθηκε εγγράφως μεταβολή της στη γραμματεία του Δικαστηρίου, ο δικαστής του οποίου εξέδωσε τη διαταγή πληρωμής. (άρθρο 272 Η παρ. 7 ΚΔΔικ)
Α9. Απόφαση επί της ανακοπής
Αν η ανακοπή έχει ασκηθεί παραδεκτώς και είναι εν όλω ή εν μέρει βάσιμη, το Δικαστήριο ακυρώνει ή μεταρρυθμίζει αναλόγως τη διαταγή πληρωμής.
Διαφορετικά απορρίπτει την ανακοπή και επικυρώνει τη διαταγή πληρωμής. (άρθρο 272 Θ παρ. 1 ΚΔΔικ)
Αν παρέλθει άπρακτη η κατά το άρθρο 272Η προθεσμία για την άσκηση ανακοπής κατά της διαταγής πληρωμής ή ο ανακόπτων παραιτηθεί από την ασκηθείσα ανακοπή, πριν από την εκδίκασή της, η εκδοθείσα διαταγή πληρωμής υπόκειται μόνο σε αίτηση αναθεώρησης, εφαρμοζομένων αναλόγως των άρθρων 101 επ. (άρθρο 272 Θ παρ. 2 ΚΔΔικ)
Α10. Διακοπή και αναστολή της παραγραφής
Η επίδοση της διαταγής πληρωμής διακόπτει την παραγραφή της σχετικής αξίωσης. (άρθρο 272 Ι παρ. 1 ΚΔΔικ)
Αν ακυρωθεί η διαταγή πληρωμής, η παραγραφή θεωρείται ότι έχει ανασταλεί από την επίδοση της διαταγής πληρωμής έως τη δημοσίευση οριστικής απόφασης επί της ανακοπής του άρθρου 272Η. (άρθρο 272 Ι παρ. 1 ΚΔΔικ)