Αστική Εταιρεία, Σωματείο, Συνεταιρισμός: Συνοπτική παρουσίαση
Α) Αστική Εταιρεία
Η αστική εταιρεία διέπεται από τις διατάξεις των άρθρων 741-783 του ΑΚ, ενώ αναλογικά εφαρμόζονται και οι διατάξεις του ν. 4072/2012 περί ομόρρυθμων εταιριών εφόσον πρόκειται για αστική εταιρεία με νομική προσωπικότητα (άρθρο 784 ΑΚ σε συνδυασμό με άρθρο 270 παρ.1 ν. 4072/2012). Πρόκειται για συμβατική ένωση δύο ή περισσότερων προσώπων (φυσικών ή νομικών) με ιδιότυπη αμφοτεροβαρή εταιρική σύμβαση διαρκείας, που προβλέπεται από τον ΑΚ ως εταιρεία με ή χωρίς νομική προσωπικότητα. Οι εταίροι επιδιώκουν σκοπό κοινό, ιδίως οικονομικό, με κοινή συμβολή μέσω της καταβολής εισφορών.
I) Σύσταση
Εφόσον η εταιρεία επιδιώκει οικονομικό σκοπό τότε για την κτήση νομικής προσωπικότητας απαιτείται η τήρηση του νομικού πλαισίου που διέπει τις ομόρρυθμες εταιρείες.
Α. Σύναψη (κατ’ αρχήν άτυπης) σύμβασης (άρθρο 741 ΑΚ) μεταξύ των εταίρων (τουλάχιστον δύο). Επί της ουσίας πρόκειται για το καταστατικό της υπό ίδρυση εταιρείας το οποίο συντάσσεται με έγγραφο ιδιωτικό ή δημόσιο και υπογράφεται από τους ιδρυτές εταίρους. Στο περιεχόμενο της εν λόγω εταιρικής σύμβασης αναγράφονται μεταξύ άλλων, τα στοιχεία των εταίρων, η έδρα και η επωνυμία της εταιρείας, ο επιδιωκόμενος σκοπός (δύναται να είναι και εμπορικός), το εταιρικό κεφάλαιο και η συμμετοχή σε αυτό μέσω των εισφορών, η διάρκεια και ο εκπρόσωπος της εταιρείας.
Β. Καταχώριση (άρθρο 251 ν.4072/2012) της ιδρυτικής πράξης (εταιρικής σύμβασης) με τη σύμπραξη όλων των εταίρων ή κατ’ εξουσιοδότηση στο Γ.Ε.ΜΗ. Η πράξη αυτή έχει συστατικό χαρακτήρα για τη δημιουργία του νομικού προσώπου.
II) Διαχείριση- Εκπροσώπηση
Η διαχείριση αναφέρεται στον διακανονισμό των εσωτερικών υποθέσεων της εταιρείας, ενώ ή εκπροσώπηση αφορά στη ρύθμιση των εξωτερικών της σχέσεων.
Διαχειριστής-εκπρόσωπος είναι υποχρεωτικά εταίρος, όχι τρίτος (άρθρο 254 παρ.1 ν. 4072/2012). Στην αστική εταιρεία χωρίς νομική προσωπικότητα υπάρχει εσωτερική διαχείριση και αντιπροσώπευση (όχι εκπροσώπηση) των εταίρων στις σχέσεις με τρίτους (διατάξεις περί εντολής, άρθρα 754, 714 επ. 229 ΑΚ). Αν η αστική εταιρεία έχει νομική προσωπικότητα υπάρχει εταίρος διαχειριστής- εκπρόσωπος.
Εκ του νόμου η διαχείριση εκπροσώπηση στις αστικές εταιρείες χωρίς νομική προσωπικότητα είναι συλλογική (άρθρο 748 ΑΚ) και οι εταίροι αποφασίζουν ομόφωνα και όλοι μαζί συναλλάσσονται με τρίτους δεσμεύοντας την εταιρεία. Αντίθετα είναι ατομική (άρθρο 270 παρ. 1 συνδ. 254 παρ. 2, ν. 4072/2012) στην έχουσα νομική προσωπικότητα εταιρεία, δηλαδή κάθε εταίρος αποφασίζει μόνος του μια πράξη και την εκτελεί δεσμεύοντας την εταιρεία.
Δυνατόν είναι το θέμα της διαχείρισης-εκπροσώπησης να ρυθμίζεται καταστατικά. Υπάρχει το μοντέλο της ατομικής (άρθρο 750 ΑΚ), της κατά πλειοψηφίας (άρθρο 748 παρ. 2 ΑΚ) και της κατ’ εξουσιοδότησης διαχείρισης-εκπροσώπησης (άρθρο 749 ΑΚ).
Δικαίωμα εναντίωσης του εταίρου (άρθρο 750 ΑΚ) είναι το από το καταστατικό προβλεπόμενο δικαίωμα να περιορίσει τη διαχειριστική εξουσία άλλου διαχειριστή εταίρου πριν την επιχείρηση πράξης με τρίτο (αρ. 254 παρ. 2 συνδ. αρ. 257 παρ.3). Στην χωρίς νομική προσωπικότητα εταιρεία η κοινοποίηση της εναντίωσης στον τρίτο καθιστά μη δεσμευτική την επιχειρούμενη από τρίτο εταίρο πράξη (άρθρο 750 παρ. 2 ΑΚ)
III) Κέρδη και ζημίες
Οι εταίροι της αστικής εταιρείας χωρίς νομική προσωπικότητα ευθύνονται ευθέως και προσωπικά έναντι των τρίτων δανειστών για εταιρικά χρέη κατά την αναλογία του εταιρικού τους μεριδίου (αρ. 759 ΑΚ). Αντίθετα αν υπάρχει νομική προσωπικότητα, ευθύνεται το νομικό πρόσωπο (άρθρα 70-71) και παράλληλα οι εταίροι συνευθύνονται ατομικά και απεριόριστα εις ολόκληρον (270 παρ. 1, 249 παρ. 1 ν. 4072/2012).
Στο τέλος κάθε εταιρικής χρήσης συντάσσεται ισολογισμός στον οποίο εμφαίνονται τα κέρδη και οι ζημιές της εταιρείας. Τα κέρδη διανέμονται βάσει του ποσοστού εισφοράς των εταίρων. Οι εισφορές δεν είναι απαραίτητο να είναι χρηματικές αλλά μπορεί να συνίσταται και σε εισφορές είδους όπως παροχή χώρου στέγασης της έδρας ή και προσωπική εργασία για την εύρυθμη λειτουργία της εταιρείας.
IV) Συμμετοχή στην Αστική Εταιρεία
Απαγορεύεται η αλλαγή του αριθμού των εταίρων ή των προσώπων των εταίρων, διότι διαφορετικά επέρχεται ουσιώδης αλλοίωση της αρχικής εταιρικής σύμβασης. Για το λόγο αυτό για να γίνουν δεκτές οι αλλαγές αυτές πρέπει να επιτρέπονται ρητά από την εταιρική σύμβαση ή αυτή να τροποποιείται ομόφωνα (άρθρο 253 παρ. 1 ν. 4072/2012).
Η είσοδος νέου εταίρου μπορεί να γίνει επομένως αν το προβλέπει η εταιρική σύμβαση ή κατόπιν ομόφωνης τροποποίησης του καταστατικού της, με σύμβαση των παλαιών και του νέου και ταυτόχρονη καταβολή (741 ΑΚ) εισφοράς από το νέο εταίρο.
Στην χωρίς νομική προσωπικότητα αστική εταιρεία δεν προβλέπεται δικαίωμα εξόδου. Αντίθετα στην έχουσα η έξοδος είναι δυνατή για προσωπικούς λόγους σύμφωνα με το άρθρο 260 παρ. 1 ν. 4072/2012 (θάνατος, πτώχευση, δικαστική συμπαράσταση, συνταξιοδότηση). Έξοδος επιτρέπεται και διαμέσου δηλώσεως (άρθρο 261 παρ. 2 ν. 4072/2012), με επιστροφή της αξίας της εταιρικής συμμετοχής.
Η εταιρική ιδιότητα μεταβιβάζεται αν προβλέπεται στο καταστατικό με σύμβαση εν ζωή ή αιτία θανάτου.
Β) Σωματείο
Σωματείο είναι η ένωση πολλών (τουλάχιστον 20, άρθρο 78 ΑΚ) φυσικών είτε νομικών προσώπων που επιδιώκουν σκοπό ιδανικό και πάντως σε καμία περίπτωση κερδοσκοπικό, έχει δε νομική προσωπικότητα. Το ότι το σωματείο κατά βάση έχει ιδεολογικό σκοπό δεν σημαίνει ότι δεν μπορεί να έχει οικονομική δραστηριότητα. Δυνατόν λοιπόν να υπάρχει και σωματείο με οικονομικό σκοπό.
I) Σύσταση
Α. Για την σύσταση του σωματείου απαιτείται η σύνταξη πρακτικού ιδρύσεως (πρόκειται για το καταστατικό του σωματείου, άρθρο 80 ΑΚ). Η συστατική αυτή πράξη πρέπει να είναι έγγραφη και να φέρει ιδιόχειρη την υπογραφή του εκδότη. Περιεχόμενο απαραίτητο του πρακτικού είναι η αναγραφή του τόπου που έγινε η σύσκεψη για τη σύνταξή του, της απόφασης που έλαβαν τα μέλη για την ίδρυσή του σωματείου, των βασικών όρων αυτού (όπως έδρα, επωνυμία, νομική μορφή).
Β. Έκδοση δικαστικής διαταγής (άρθρο 81 ΑΚ) κατόπιν υποβολής αιτήσεως (άρθρο 79 ΑΚ) εγγραφής του σωματείου στο ειδικό βιβλίο, η οποία και εγκρίνει την ίδρυση του σωματείου μετά από έλεγχο νομιμότητας της μέχρι τούδε διαδικασίας και κυρίως του κατατεθέντος καταστατικού.
Γ. Εγγραφή στο βιβλίο σωματείων του Πρωτοδικείου της έδρας του οπότε το σωματείο αποκτά προσωπικότητα (άρθρο 83 ΑΚ).
ΙΙ) Διαχείριση- Διοίκηση
Το σωματείο διοικείται (άρθρο 92 ΑΚ) από τα μέλη του (τα οποία έχουν ίσα δικαιώματα, άρθρο 89 ΑΚ), μέσω της συμμετοχής τους στο Διοικητικό Συμβούλιο υπό τους όρους που θέτει το καταστατικό. Για την ανάδειξη μελών του ΔΣ είναι δυνατή η διενέργεια εκλογών στη Γενική Συνέλευση (άρθρο 93 ΑΚ). Η ιδιότητα του μέλους δεν είναι προαπαιτούμενο για την υποβολή υποψηφιότητας. Το ΔΣ εκπροσωπεί το σωματείο από τη στιγμή που συγκροτηθεί σε σώμα, ενώ την ίδια στιγμή γίνεται και η κατανομή αξιωμάτων (κυρίως προέδρου, γενικού γραμματέα, ταμία).
Ανώτερο όργανο από το ΔΣ είναι η Γενική Συνέλευση (άρθρο 94 ΑΚ) στην οποία έχουν δικαίωμα συμμετοχής όλα τα μέλη του σωματείου. Έχει το τεκμήριο αρμοδιότητας για τις πράξεις που δεν είναι υπεύθυνο το ΔΣ, ενώ διατηρεί αποκλειστικότητα σε μια σειρά από αρμοδιότητες, οι κυριότερες εκ των οποίων είναι η εκλογή του ΔΣ μέσω ψηφοφορίας, η αποβολή μέλους, η έκκριση ισολογισμού κλπ.
Το νομικό πρόσωπο του σωματείου ευθύνεται για τις πράξεις ή τις παραλείψεις των οργάνων που το αντιπροσωπεύουν (άρθρο 70 και 71 ΑΚ).
III) Ζητήματα εισόδου-εξόδου μελών
Εκ του νόμου η είσοδος νέων μελών στο σωματείο είναι ελεύθερη (άρθρο 86 ΑΚ), υπό τις προυποθέσεις που θέτει το καταστατικό, δίχως όμως να είναι παράνομη η θέσπιση ανώτατου ορίου μελών (ενδοτικό δίκαιο). Αντίθετα το δικαίωμα εξόδου από το σωματείο ασκείται ελεύθερα και μάλιστα περιβάλλεται με ισχύ αναγκαστικού δικαίου (άρθρο 87 ΑΚ) συνεπώς δεν νοείται στην περίπτωση αυτή οποιοσδήποτε περιορισμός του που θα ανάγκαζε σε παραμονή μέλη σωματείου που επιθυμούν να αποχωρήσουν. Προβλέπεται υποχρέωση γνωστοποίησης 3 μηνών τουλάχιστον πριν την έξοδο.
Γ) Συνεταιρισμός
Το νομικό πλαίσιο του συνεταιρισμού αναλύεται στο ν. 1667/1986. Αστικός συνεταιρισμός είναι εκούσια ένωση προσώπων µε οικονομικό σκοπό, η οποία, χωρίς να αναπτύσσει δραστηριότητες αγροτικής οικονομίας, αποβλέπει ιδίως µε τη συνεργασία στην οικονομική, κοινωνική, πολιτιστική ανάπτυξη των µελών του και τη βελτίωση της ποιότητας ζωής τους γενικά μέσα σε μια κοινή επιχείρηση. Οι συνεταιρισμοί είναι ιδίως παραγωγικοί, καταναλωτικοί, προμηθευτικοί, πιστωτικοί, μεταφορικοί και τουριστικοί (άρθρο 1 ν. 1667/1986)
I) Σύσταση
Α. Για την ίδρυση συνεταιρισμού είναι αναγκαία η σύνταξη καταστατικού το οποίο υπογράφεται από τουλάχιστον 15 μέλη (άρθρο 1 παρ. 3 ν. 1667/1986). Το πρακτικό ιδρύσεως πρέπει απαραίτητα να περιέχει ορισμένα στοιχεία εκ των οποίων τα σημαντικότερα είναι (άρθρο 1 παρ. 4 ν. 1667/1986) η επωνυμία, η έδρα, ο σκοπός, το ονοματεπώνυμο ή επωνυμία των ιδρυτικών μελών, ύψος συνεταιριστικής μερίδας, η έκταση της ευθύνης των συνεταίρων, οι όροι εισόδου και εξόδου των μελών, καθώς και η μέθοδος αποτίμησης για την αναπροσαρμογή της αξίας των συνεταιριστικών μερίδων που εξοφλούνται ή αποδίδονται σε συνεταίρους που αποχωρούν ή αποκλείονται από πιστωτικούς συνεταιρισμούς (άρθρο 1 παρ. 3 περ. ζ του ν. 1667/1986, όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 28 παρ. 1 του ν. 4141/2013)
Β. Έλεγχος νομιμότητας από τον αρμόδιο Ειρηνοδίκη της έδρας του υπό ίδρυση συνεταιρισμού (άρθρο 1 παρ. 5 ν. 1667/1986). Κατά της πράξης του Ειρηνοδίκη και με προθεσμία 30 ημερών μετά τη λήψη γνώσης, μπορεί ο έχων έννομο συμφέρον να ασκήσει ανακοπή η οποία δικάζεται κατά τη διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας (άρθρο 1 παρ. 6 ν. 1667/ 1986, όπως το σχετικό χωρίο προσετέθη με την παρ. 2 του άρθρου 36 του ν. 4223/2013, όπως αυτή αντικαταστάθηκε από την έναρξη ισχύος του ν. 4223/2013, με το άρθρο 178 παρ. 6 ν. 4261/2014)
Γ. Έκδοση εγκριτικής απόφασης (διαταγής) και καταχώριση στο μητρώο συνεταιρισμών του αρμόδιου Ειρηνοδικείου. Από την καταχώριση ο συνεταιρισμός αποκτά νομική προσωπικότητα (άρθρο 1 παρ. 7 ν. 1667/1986).
II) Διαχείριση – Διοίκηση
Η Γενική Συνέλευση είναι το ανώτατο όργανο αποφάσεων του Αστικού Συνεταιρισμού και απαρτίζεται από όλα τα μέλη του (άρθρο 5 παρ. 1 ν. 1667/1986). Τα μέλη μετέχουν και ψηφίζουν αυτοπροσώπως. Συνέρχεται σε τακτική συνεδρίαση μία φορά το χρόνο μετά από πρόσκληση του Διοικητικού Συμβουλίου, μέσα σε έξι (6) μήνες από τη λήξη της διαχειριστικής χρήσης και έκτακτα όποτε τη συγκαλεί το Διοικητικό Συμβούλιο ή όταν το ζητήσει, για συγκεκριμένο θέμα, το Εποπτικό Συμβούλιο ή το ένα δέκατο (1/10) των μελών του Συνεταιρισμού, αλλά όχι λιγότερα από τρία (3) μέλη. (άρθρο 5 παρ. 3 ν. 1667/1986). Στις βασικές του αρμοδιότητες περιλαμβάνονται η τροποποίηση του καταστατικού, η έγκριση του ισολογισμού και γενικότερα των αποτελεσμάτων χρήσης, η επιβολή εισφοράς στα μέλη, οι γενικοί όροι δραστηριότητας του συνεταιρισμού, η έγκριση των ειδικών κανονισμών εργασίας και προσωπικού (άρθρο 6 παρ. 2 ν. 1667/1986).
Το Δ.Σ. ασκεί κατά βάση τη συνήθη διαχείριση των υποθέσεων του συνεταιρισμού (άρθρο 7 παρ. 1 ν. 1667/1986). Συγκροτείται από πέντε (5) τουλάχιστον μέλη τα οποία εκλέγονται από τη Γενική Συνέλευση. Αν στο Συνεταιρισμό εργάζονται περισσότερα από είκοσι (20) άτομα (μη μέλη του Συνεταιρισμού), ένα τουλάχιστον από τα μέλη του Δ.Σ. εκλέγεται από τους εργαζομένους. Η διάρκεια της θητείας των μελών του Δ.Σ. ορίζεται από το καταστατικό και δεν μπορεί να είναι μεγαλύτερη των τεσσάρων (4) ετών ούτε μικρότερη των δύο (2). Το Διοικητικό Συμβούλιο συνέρχεται σε τακτική συνεδρίαση τουλάχιστο μία φορά το μήνα και σε έκτακτη όταν το συγκαλέσει ο πρόεδρος ή το ζητήσει τον ένα τρίτο των μελών αλλά όχι λιγότερα από δύο (2) μέλη.
Η συγκρότηση εποπτικού συμβουλίου είναι νομικά αναγκαία μόνο στην περίπτωση που ο συνεταιρισμός αριθμεί από 25 και άνω μέλη (άρθρο 8 παρ. 1 ν. 1667/1986). Το εν λόγω συμβούλιο ελέγχει τις πράξεις του διοικητικού συμβουλίου και την τήρηση των διατάξεων του νόμου, του καταστατικού καθώς και την πιστή εφαρμογή των αποφάσεων της γενικής συνέλευσης. Διενεργεί λογιστικό και διαχειριστικό έλεγχο επί των δομών του συνεταιρισμού και προς εξυπηρέτηση αυτού του ρόλου έχει δικαίωμα πρόσβασης στα σχετικά έγγραφα-παραστατικά. Σε περίπτωση διαπίστωσης σοβαρής παραβίασης, έχει δικαίωμα σύγκλησης της Γενικής συνέλευσης.
III) Θέματα Συμμετοχής στο Συνεταιρισμό
Για τη συγκέντρωση των απαραίτητων κεφαλαίων σύστασης του Συνεταιρισμού, κάθε συνέταιρος εγγράφεται για μία υποχρεωτική συνεταιριστική μερίδα, το ύψος της οποίας καθορίζεται από το καταστατικό και καταβάλλεται σε ένα μήνα από την καταχώρηση του Συνεταιρισμού στο Ειρηνοδικείο ή από την εγγραφή του συνεταίρου, εκτός αν ο χρόνος καταβολής ορίζεται διαφορετικά από το καταστατικό (άρθρο 3 παρ. 1 ν/ 1667/1986).
Η συνεταιριστική μερίδα είναι αδιαίρετη και ίση για όλους του συνεταίρους και μεταβιβάζεται μόνο σε συνεταίρο. (άρθρο 3 παρ.2 και 4 ν. 1667/1986). Μεταβίβαση σε τρίτο γίνεται μόνο με τη συναίνεση του Διοικητικού Συμβουλίου. Η συνεταιριστική μερίδα δεν κληρονομείται ούτε κληροδοτείται εκτός αν το καταστατικό ορίζει διαφορετικά (άρθρο 4 παρ.1 ν. 1667/1986)
Προβλέπεται δικαίωμα εισόδου στις δομές του συνεταιρισμού υπό τις προυποθέσεις που θέτει το καταστατικό (άρθρο 2 παρ. 4 ν. 1667/1986). Εξίσου κατοχυρώνεται και δικαίωμα εξόδου (άρθρο 2 παρ. 7 ν. 1667/1986) με τη ρητή πρόβλεψη ότι στο συνεταίρο που αποχωρεί ή αποκλείεται από το Συνεταιρισμό αποδίδεται η συνεταιριστική μερίδα που εισέφερε, μέσα σε τρεις μήνες από την έγκριση του ισολογισμού της χρήσης στην οποία έγινε η αποχώρηση ή ο αποκλεισμός.
Δυνατόν και νόμιμο είναι να ζητηθεί από τα μέλη του συνεταιρισμού η καταβολή επιπλέον εισφορών (έκτακτων) προκειμένου να αντιμετωπιστούν επείγουσες ανάγκες. Οι συμπληρωματικές εισφορές σε συνδυασμό με τις πάγιες υποχρεώσεις των μελών, αποτελούν τις βασικές πηγές χρηματοδότησης του συνεταιρισμού.